Η Άννα Διαμαντοπούλου εξέφρασε δημόσια τις αντιρρήσεις της για την κυβερνητική πρόταση του Κώστα Τασούλα ως υποψηφίου για την Προεδρία της Δημοκρατίας, μέσα από ανάρτησή της στα κοινωνικά δίκτυα. Η πρώην υπουργός έθεσε ζητήματα που αφορούν την πολιτική κατεύθυνση και το θεσμικό κύρος, τονίζοντας την ανάγκη για ευρύτερη συναίνεση και σεβασμό στις αξίες που διέπουν την εκλογή του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η πυραμίδα εξουσίας της χώρας, όπως ορίζεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της Βουλής, θα έπρεπε να ενισχύει την εθνική ομοψυχία μέσα από τη συναινετική εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αυτό υπαγορεύει τόσο το πνεύμα του Συντάγματος όσο και τα πολιτικά ήθη της Μεταπολίτευσης. Ωστόσο, αυτή τη φορά, αυτό δεν συνέβη».
Η κ. Διαμαντοπούλου σημειώνει ότι η επιλογή του Πρωθυπουργού σηματοδοτεί μια στροφή προς πιο συντηρητικές, κομματικά περιορισμένες και φοβικές αντιλήψεις. «Η πρόταση του Πρωθυπουργού και Προέδρου της ΝΔ επιβεβαιώνουν μια αμιγώς δεξιά στροφή στο πολιτικό αφήγημά του, σε λογικές παλαιάς κοπής, εσωστρεφείς και απομακρυσμένες από τη συναίνεση», υπογράμμισε, αφήνοντας αιχμές για την καθαρά κομματική διάσταση της πρότασης.
Παράλληλα, επισήμανε ότι η διαχείριση του ζητήματος υπήρξε προσβλητική τόσο για τον θεσμό της Προεδρίας όσο και για τα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Αντίθετα, τόνισε την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για τον Τάσο Γιαννίτση, περιγράφοντάς τον ως «διεθνώς αναγνωρισμένο καθηγητή οικονομικών και μια εμβληματική πολιτική προσωπικότητα χαμηλών τόνων και υψηλών στόχων». Εξήρε την πορεία του στον ακαδημαϊκό και πολιτικό χώρο, καθώς και τη συμβολή του στις μεταρρυθμίσεις για το κοινό συμφέρον.
Η κ. Διαμαντοπούλου κατέληξε πως η υποψηφιότητα του Τάσου Γιαννίτση συμβολίζει τη σημασία της υπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος και της ανάγκης για εθνικό σχεδιασμό με προοπτική και αποτελέσματα. Τόνισε, μάλιστα, ότι το ΠΑΣΟΚ, μακριά από κομματικές σκοπιμότητες, επιλέγει να επικεντρωθεί στα προβλήματα των πολιτών και στη θεσμική σοβαρότητα.
Η τοποθέτησή της αντικατοπτρίζει την ανάγκη για εθνική ενότητα και έναν διάλογο που υπερβαίνει τα στενά κομματικά όρια, με σεβασμό στη δημοκρατία και τους θεσμούς.