Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής στον τομέα της ελαιοπαραγωγής παίρνει νέα τροπή, καθώς από την 1η Απριλίου τίθεται σε εφαρμογή ένας νόμος που προβλέπει πρόστιμα για τη μεταφορά ελαιόλαδου σε τενεκέδες των 17 λίτρων χωρίς παραστατικά.
Τα πρόστιμα για τους παραβάτες κυμαίνονται από 500 έως 2000 ευρώ, και οι ελεγκτικές αρχές αναμένεται να εντείνουν τους ελέγχους ώστε να εντοπίσουν τη διακίνηση λαδιού που καταλήγει στη «μαύρη» αγορά.
Η κυβέρνηση επισημαίνει ότι η μεταφορά ελαιόλαδου σε μεγάλες ποσότητες για προσωπική χρήση, όπως για παράδειγμα το λάδι που περνάει από τη γιαγιά στα εγγόνια ή από αδερφό σε αδερφό, δεν θεωρείται παράνομη. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, διευκρίνισε πως η συζήτηση αφορά μόνο την εμπορία και όχι την προσωπική μεταφορά, η οποία συνήθως συνδέεται με δωρεές μεταξύ συγγενών και φίλων.
Η εφαρμογή του νέου νόμου θα αφορά το εμπόριο του ελαιολάδου και οι ελεγκτικές αρχές θα επιδιώξουν να εξασφαλίσουν ότι για κάθε μεταφορά υπάρχει έγκυρο παραστατικό, από το χωράφι μέχρι το ελαιοτριβείο. Η κυβέρνηση τονίζει τη σημασία της προστασίας των παραγωγών και των καταναλωτών από τη διακίνηση ελαιολάδου χωρίς έλεγχο, καθώς αυτό επηρεάζει την ποιότητα του προϊόντος.
Ο υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Χρίστος Δήμας, υπογράμμισε σε δηλώσεις του ότι δεν υπάρχει καμία πρόθεση να αλλάξει η υφιστάμενη κατάσταση για τη μεταφορά μικρών ποσοτήτων ελαιόλαδου μεταξύ συγγενών και φίλων. Ωστόσο, προειδοποίησε ότι το πρόβλημα βρίσκεται στην αδήλωτη διακίνηση ελαιολάδου σε μεγαλύτερες ποσότητες ή την εξαγωγή του στην ξένη αγορά, όπου τυποποιείται και πωλείται σε υψηλότερες τιμές. Παράλληλα, διευκρίνισε ότι οι καταναλωτές που θέλουν να συμμορφώνονται με τη νομοθεσία μπορούν να χρησιμοποιούν μικρότερες συσκευασίες των 5 λίτρων για τη μεταφορά του προϊόντος.
Η κυβέρνηση σκοπεύει να ενισχύσει τους ελέγχους στην αγορά, ώστε να διασφαλίσει τη διαφάνεια και τη νομιμότητα στις εμπορικές συναλλαγές του ελαιολάδου, προσπαθώντας να περιορίσει την παράνομη διακίνηση και τα προβλήματα ποιότητας που ενδέχεται να προκύψουν από τη μη πιστοποιημένη εμπορία του προϊόντος.