Ο ΕΟΔΥ εξέδωσε ενημέρωση σχετικά με τα πρόσφατα κρούσματα μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου στην Ελλάδα, καθώς και τον θάνατο ενός 20χρονου φοιτητή στην Πάτρα, προειδοποιώντας για την ανάγκη συνεχούς επιδημιολογικής επιτήρησης.
Συγκεκριμένα, το 2024 καταγράφηκαν 37 κρούσματα μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου, ενώ τον Νοέμβριο του ίδιου έτους σημειώθηκε ο θάνατος μιας 16χρονης. Από τις αρχές του 2025, μέχρι τις 29 Ιανουαρίου, έχουν δηλωθεί 8 κρούσματα.
Ο ΕΟΔΥ διευκρίνισε ότι, με τα δεδομένα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση συρροής κρουσμάτων μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου στην Πάτρα, και συνεπώς δεν έχει αποσταλεί κλιμάκιο του οργανισμού στην περιοχή. Επιπλέον, επισημάνθηκε ότι το μικρόβιο του μηνιγγιτιδόκοκκου δεν επιβιώνει στο περιβάλλον, επομένως δεν απαιτείται απολύμανση ούτε το κλείσιμο εκπαιδευτικών μονάδων για την πρόληψη της μετάδοσης.
Η μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος προκαλείται από το βακτήριο Neisseria meningitidis, το οποίο αποικίζει τον ρινοφάρυγγα των ασυμπτωματικών φορέων. Η νόσος μεταδίδεται με την άμεση επαφή μέσω των αναπνευστικών εκκρίσεων. Αν και πολλοί φορείς του βακτηρίου δεν νοσούν, σε ορισμένες περιπτώσεις ο μηνιγγιτιδόκοκκος μπορεί να προκαλέσει σοβαρές και απειλητικές για τη ζωή καταστάσεις, όπως μικροβιαιμία ή μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα.
Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά στοιχεία, οι παράγοντες κινδύνου για τη νόσο περιλαμβάνουν το κάπνισμα, τις πρόσφατες λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, τη χρήση αντιβιοτικών, τα ανοσολογικά ελλείμματα και την ηλικία. Ιδιαίτερα οι έφηβοι και οι νεαροί ενήλικες βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο.
Αν και η νόσος δεν μεταδίδεται μέσω του περιβάλλοντος, ο ΕΟΔΥ συνεχίζει την ιχνηλάτηση των στενών επαφών του 20χρονου φοιτητή στην Πάτρα και τη χορήγηση χημειοπροφύλαξης όπου κρίνεται απαραίτητο. Επιπλέον, ο οργανισμός παρακολουθεί στενά την κατάσταση και είναι έτοιμος να λάβει επιπλέον μέτρα, εφόσον χρειαστεί.
Ο ΕΟΔΥ τονίζει την ανάγκη έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας για τα κρούσματα μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου. Πολίτες, ειδικά νέοι άνθρωποι, που παρουσιάζουν συμπτώματα όπως πυρετό και εξάνθημα, πρέπει να απευθύνονται άμεσα σε ιατρό, προκειμένου να λάβουν την απαραίτητη θεραπεία και να παραπεμφθούν σε νοσοκομείο εάν κριθεί απαραίτητο.