Την επίσημη αποχώρησή του από τον ΣΥΡΙΖΑ ανακοίνωσε ο Γιώργος Τσίπρας μέσω επιστολής που απέστειλε στην Οργάνωση Μελών Δυτικής Αττικής.
Στο κείμενό του ο κ. Τσίπρας εκφράζει σκληρή κριτική για την πορεία του κόμματος, μιλώντας για «κατάντια» και καταλογίζοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διολισθήσει «από την αναξιοπιστία στην πλήρη ανυποληψία». Όπως σημειώνει, από το 2019 έως το 2023 το κόμμα επέμεινε να υπερασπίζεται λανθασμένες επιλογές της διακυβέρνησης, τροφοδοτώντας έτσι το «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο».
Επιπλέον, ο Γιώργος Τσίπρας στρέφεται ανοιχτά κατά υψηλόβαθμων στελεχών, τονίζοντας πως κατά την περίοδο που ο Στέφανος Κασσελάκης ηγήθηκε του κόμματος, οι περισσότεροι κορυφαίοι συνεργάτες του τον στήριξαν σιωπηλά, παρότι –όπως υποστηρίζει– η ηγεσία του υπήρξε αυθαίρετη, αντιδημοκρατική και επιζήμια. «Παρέμεινε 11 μήνες αρχηγός επειδή οι μισοί και παραπάνω από την Πολιτική Γραμματεία ανέχτηκαν και υπέθαλψαν αυτή την κατάσταση προσδοκώντας προσωπικά οφέλη», αναφέρει χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως οι ίδιοι άνθρωποι εξακολουθούν να κατέχουν τις ίδιες θέσεις.
Στην επιστολή παραίτησης, ο κ. Τσίπρας ξεκαθαρίζει πως έχει πάψει να συμμετέχει ενεργά στο κόμμα από τα τέλη του 2024 και πως η πρόσφατη ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή ήταν και η τελευταία. Τονίζει πως η απόφασή του δεν αφορά την τοπική οργάνωση ή τα μέλη με τα οποία συνεργάστηκε όλα αυτά τα χρόνια, αφού –όπως επισημαίνει– η μεγάλη πλειονότητα έχει ήδη αποστασιοποιηθεί, κάτι που φάνηκε και στο πρόσφατο συνέδριο.
Ο ίδιος καταθέτει δύο βασικές παρατηρήσεις για τους λόγους που θεωρεί ότι οδήγησαν το κόμμα σε βαθιά κρίση και τελικά σε «πολιτική κατάρρευση». Κατά την άποψή του, ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη μετά τις εκλογές του 2023 βρισκόταν σε δύσκολη θέση, η οποία απλώς επιδεινώθηκε επί Κασσελάκη. Υπογραμμίζει πως το κόμμα απέφυγε να κάνει ουσιαστική αυτοκριτική για την περίοδο 2015–2019, χάνοντας έτσι την ευκαιρία να διαμορφώσει μία νέα προοπτική για τη χώρα και την κοινωνία, παρά την τότε έξοδο από τα μνημόνια.
«Η κοινωνική βάση ήθελε έναν σοβαρό επαναπροσδιορισμό, αλλά η ηγεσία δεν το τόλμησε ποτέ», αναφέρει ο πρώην βουλευτής, υποστηρίζοντας πως ακόμη και η υπόσχεση για δημιουργία μιας ισχυρής προοδευτικής παράταξης έμεινε στα λόγια. «Η αυτοαναφορικότητα αντικατέστησε τη σοβαρή ανάλυση και τη διόρθωση πορείας», προσθέτει.
Ο Γιώργος Τσίπρας αποχαιρετά τον ΣΥΡΙΖΑ αφήνοντας αιχμές για τη διαχείριση εξουσίας και θέσεων από στελέχη που, όπως λέει, ενδιαφέρονται περισσότερο για την προσωπική τους πολιτική επιβίωση παρά για την πραγματική ανανέωση του χώρου.
Η επιστολή παραίτησης του Γιώργου Τσίπρα
Προς την ΟΜ Μαγούλας και τη ΝΕ Δυτικής Αττικής
Σας γνωστοποιώ την αποχώρησή μου και τυπικά από μέλος του ΣΥΡΙΖΑ‐ΠΣ. Όπως γνωρίζετε από τα τέλη του 2024 έχω πάψει να συμμετέχω ενεργά σε κομματικές διαδικασίες και στην ομιλία μου στην ΚΕ 24/3/2025 δήλωσα ότι ήταν η τελευταία συμμετοχή μου στο όργανο. Είναι αυτονόητο ότι η επιλογή μου αυτή δεν έχει να κάνει με τους συντρόφους στη Δυτική Αττική και τα χιλιάδες μέλη από όλη την Ελλάδα που γνώρισα και συνεργάστηκα τα προηγούμενα 20 χρόνια. Άλλωστε το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος έχει αποστασιοποιηθεί όπως φάνηκε και από το συνέδριο.
Η εικόνα του κόμματος που έχει διαμορφωθεί στη συνείδηση των περισσότερων πρώην ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ‐ΠΣ είναι ότι αυτό που κυρίως ενδιαφέρει πολλά από τα επώνυμα στελέχη του είναι η αναπαραγωγή θέσεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εδώ και καιρό περάσει από την αναξιοπιστία που αποτυπώθηκε στη δραματική συρρίκνωση των εκλογών του 2023, στην ανυποληψία: δεν είναι ότι ο κόσμος απλώς δεν πιστεύει ότι μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να αποτελέσει εναλλακτική προοπτική, αλλά δεν πιστεύει καν για πολλά από τα επώνυμα στελέχη του ότι πιστεύουν αυτά που λένε. Μοιάζουν όλα ένα παιχνίδι. Έχουν άδικο;
Δύο επισημάνσεις για να ξεκαθαρίσω τη δική μου θέση για την κατάντια του ΣΥΡΙΖΑ.
1. Με την ήττα στις εκλογές του 2023 ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν ήδη σε βαθιά κρίση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η περίοδος Κασσελάκη και η μετά από αυτήν ήταν η ταφόπλακα, αλλά η κρίση ήταν ήδη βαθιά. Η άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, όλων των πτερύγων του ΣΥΡΙΖΑ, να καταπιαστεί με τις αιτίες της κρίσης προδιέγραψε την μετέπειτα πορεία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορούσε να κάνει πολλά την περίοδο διακυβέρνησης 2015‐2019 ακόμη και εντός μνημονίου. Αναφέρομαι στην περίοδο μετά τις εκλογές Σεπτεμβρίου 2015. Έκανε πολύ λιγότερα απ’ όσα μπορούσε. Δεν αποτελεί άλλοθι το πόσο διαφορετική ήταν η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ από αυτή της ΝΔ, αν βγήκε η χώρα από τα μνημόνια ή αν ήταν χρηστή η διαχείριση συγκριτικά με τη σημερινή κλεπτοκρατία.
Το βασικό ζητούμενο ήταν να χαραχτεί μια διαφορετική προοπτική για τη χώρα και την κοινωνική πλειοψηφία, διαφορετική από την πολιτική πριν τα μνημόνια και διαφορετική από τη σημερινή, να πειστεί μια κοινωνική πλειοψηφία ότι μια τέτοια προοπτική είναι εφικτή. Στην οικονομία, στην εξωτερική πολιτική, στο κράτος. Σε αυτό βασικό ζητούμενο ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε, και δεν υπήρξε ποτέ σοβαρός απολογισμός για μη θιχτούν πρόσωπα και πολιτικές επιλογές. Δεν απέτυχε γιατί μέχρι το 2018 ήμασταν σε μνημόνιο. Ούτε απέτυχε μόνο λόγω ανικανότητας αλλά κυρίως γιατί δεν υπήρξε η απαιτούμενη πολιτική βούληση και πρόθεση για τη χάραξη μιας τέτοιας προοπτικής, πόσο μάλλον ο σχεδιασμός.
Συνεχίσαμε την περίοδο 2019‐23 να υπερασπιζόμαστε λάθος επιλογές και αστοχίες της περιόδου διακυβέρνησης δίνοντας τροφή στο αντι‐ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και κάνοντας ζημιά στον εαυτό μας. Η αυτοναφορικότητα πήρε τη θέση ενός σοβαρού απολογισμού και χάραξης μιας διορθωτικής πορείας. Το 32% του 2019 και η προσμονή τότε χιλιάδων και χιλιάδων κόσμου για τη συγκρότηση μιας μεγάλης προοδευτικής παράταξης (εξαγγελία του Αλέξη Τσίπρα το βράδυ των εκλογών) ήταν η καλύτερη αφετηρία για μια τέτοια διορθωτική πορεία που ποτέ δεν ήρθε, ενώ υπήρχαν οι δυνατότητες. Ο ΣΥΡΙΖΑ το 2019‐23 είχε αντικειμενικά τη δυνατότητα να αναπροσδιορίσει τον εαυτό του και να αλλάξει το χάρτη του προοδευτικού χώρου.
Η πλειοψηφία της κοινωνικής και κομματικής βάσης το ήθελε αλλά σε ηγετικό επίπεδο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν το αντιμετώπισε ποτέ με σοβαρό τρόπο. Δεν αναφέρομαι στην Ομπρέλα που είχε μια δική της μειοψηφική άποψη αλλά στο υπόλοιπο και τελικά στο σύνολο.