Η ελληνική φέτα βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρό κίνδυνο λόγω της εξάπλωσης της ευλογιάς των αιγοπροβάτων, ενώ η συζήτηση για τον εμβολιασμό των ζώων προκαλεί έντονη ανησυχία για τις εξαγωγές του προϊόντος. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ), Χρήστος Αποστολόπουλος, μιλά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τις πιθανές συνέπειες: «Η χώρα μας κινδυνεύει να χάσει όχι μόνο πωλήσεις, αλλά και μια δυναμική εξωστρέφειας που χτίστηκε με κόπο».
Ο κ. Αποστολόπουλος τονίζει ότι αν εφαρμοστεί ο εμβολιασμός για την αντιμετώπιση της ευλογιάς, αγορές τρίτων χωρών μπορεί να απαγορεύσουν την εισαγωγή ελληνικών γαλακτοκομικών, με απώλειες που υπολογίζονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Η ζήτηση για φέτα σε αγορές όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Αυστραλία έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία πέντε χρόνια, φτάνοντας εξαγωγές ύψους 785 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, η μείωση του ζωικού κεφαλαίου στο 4% του αρχικού πληθυσμού θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο τις τρέχουσες πωλήσεις, αλλά και τη δυναμική ανάπτυξης που μέχρι τώρα σημείωνε διψήφια ποσοστά αύξησης.
Οι κανόνες των χωρών όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο απαγορεύουν την εισαγωγή γαλακτοκομικών από χώρες που εφαρμόζουν εμβολιασμό κατά της ευλογιάς. «Δεν αναγνωρίζουν “καθαρές ζώνες” εντός της χώρας· το καθεστώς είναι ολότελα ή καθόλου», επισημαίνει ο πρόεδρος του ΣΕΒΓΑΠ. Παράλληλα, η Ισπανία, η Βουλγαρία και η Ρουμανία αντιμετώπισαν παρόμοιο πρόβλημα και προτίμησαν να εφαρμόσουν αυστηρά μέτρα βιοασφαλείας αντί του εμβολιασμού.
Ο ίδιος επισημαίνει ότι ο εμβολιασμός δεν εξαλείφει πλήρως τη νόσο και μπορεί να δημιουργήσει ασυμπτωματικούς φορείς, δυσχεραίνοντας την εκρίζωση. Η εμπειρία της Τουρκίας δείχνει ότι παρά τη δεκαετή χρήση του εμβολίου, η ασθένεια παραμένει, καθιστώντας τον εμβολιασμό μια ενδεχόμενη «παγίδα».
Ο ΣΕΒΓΑΠ καλεί σε αυστηρά μέτρα βιοασφαλείας: άμεση δήλωση οποιασδήποτε υποψίας συμπτωμάτων, αυστηρούς περιορισμούς στις μετακινήσεις ζώων, ζωοτροφών, σφαγίων και γάλακτος, με αυστηρές ποινές για παραβάσεις. Παράλληλα, οι κτηνοτροφικές μονάδες που δεν εφαρμόζουν τα μέτρα δεν θα δικαιούνται αποζημίωση, ενώ οι αποζημιώσεις στους υπόλοιπους πρέπει να καταβάλλονται γρήγορα και δίκαια.
Οι εξαγωγές φέτας έχουν υπερδιπλασιαστεί από το 2020, όταν έφταναν τα 422 εκατ. ευρώ, φτάνοντας το 2024 στα 785,8 εκατ. ευρώ (+6,7% σε σχέση με το 2023). Η Γερμανία παραμένει η μεγαλύτερη αγορά, με 227,3 εκατ. ευρώ, ενώ η Ιταλία (+18,9%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (+4,1%) παρουσιάζουν σημαντική ανάπτυξη. Οι ΗΠΑ εμφανίζουν άνοδο 16%, φτάνοντας τα 61,9 εκατ. ευρώ, χάρη στη δυνατή παρουσία της ελληνικής ομογένειας και την εξάπλωση της μεσογειακής διατροφής.
Εντυπωσιακή αύξηση καταγράφηκε σε μικρότερες αγορές, όπως Μπαχρέιν (+950%), Μαλδίβες (+733%), Χιλή (+254%), Λιθουανία (+243%), Παναμάς (+184%) και Αίγυπτος (+80%). Αντίθετα, πτώση σημειώθηκε σε Κίνα (-32,8%), Σερβία (-56,4%), Ισραήλ (-59,6%) και Αργεντινή (-62,5%), λόγω γεωπολιτικών παραγόντων και αλλαγών στις καταναλωτικές συνήθειες.
«Η φέτα παραμένει ισχυρός πρεσβευτής της ελληνικής γαστρονομίας διεθνώς», καταλήγει ο κ. Αποστολόπουλος, τονίζοντας ότι η προστασία της απαιτεί αποφασιστική δράση και στοχευμένες στρατηγικές marketing και εμπορικής πολιτικής.
