Η Άσμα αλ Άσαντ, η οποία κάποτε εκπροσωπούσε την εικόνα μιας λαμπρής και σύγχρονης Πρώτης Κυρίας της Συρίας, έχει δει την εικόνα της να αλλάζει δραματικά τα τελευταία χρόνια, καθώς το όνομά της συνδέθηκε στενά με τη δικτατορία του συζύγου της, Μπασάρ αλ Άσαντ.
Η 49χρονη Άσμα, που γεννήθηκε στο Λονδίνο και έζησε εκεί για μεγάλο μέρος της ζωής της, είναι πλέον σε εξορία και έχει βρει καταφύγιο στη Ρωσία, μαζί με τον σύζυγό της και τα τρία παιδιά τους. Παρά το γεγονός ότι κατέχει βρετανικό διαβατήριο, δεν είναι ευπρόσδεκτη στη χώρα της και το Ηνωμένο Βασίλειο την έχει θέσει υπό κυρώσεις, απαγορεύοντας της την είσοδο.
Η Άσμα αλ Άσαντ, που παντρεύτηκε τον Μπασάρ αλ Άσαντ το 2000, αρχικά θεωρούνταν μια σύγχρονη και εκσυγχρονιστική φιγούρα για τη Συρία, φέρνοντας έναν αέρα ανανέωσης στη χώρα. Ωστόσο, από το 2011 και μετά, με την έκρηξη της εξέγερσης στη Συρία και την καταστολή που ακολούθησε, η στήριξή της στον σύζυγό της, παρά τις διεθνείς αντιδράσεις, την έκανε στόχο έντονων επικρίσεων. Οι διεθνείς κυρώσεις, όπως το πάγωμα των περιουσιακών της στοιχείων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και οι αμερικανικές κυρώσεις, επιδείνωσαν τη φήμη της, ενώ η αδράνειά της απέναντι στις καταγγελίες για την καταστολή της αντιπολίτευσης την κατέστησε σύμβολο της συριακής δικτατορίας.
Πριν από την πολιτική της απομόνωση, η Άσμα είχε κατακτήσει τον τίτλο της “Λαίδης Νταϊάνας του Αραβικού Κόσμου”, με την εντυπωσιακή της εμφάνιση και την επιρροή της στις διεθνείς σχέσεις. Είχε υποδεχτεί μεγάλες διασημότητες όπως οι Μπραντ Πιτ και Αντζελίνα Τζολί, ενώ η Vogue την είχε αποκαλέσει «Τριαντάφυλλο της Ερήμου». Παράλληλα, συνέχισε να αναλαμβάνει φιλανθρωπικές δραστηριότητες μέσω του Syria Trust for Development, μια οργάνωση που συγκέντρωνε μεγάλα ποσά από το εξωτερικό.
Ωστόσο, με το πέρασμα του χρόνου, οι υποστηρικτές της κατηγόρησαν ότι πλούτισε από τον πόλεμο στη Συρία, και το 2020 οι ΗΠΑ την έθεσαν στο στόχαστρο των κυρώσεων, χαρακτηρίζοντας την ως μία από τις πιο ευνοημένες από τον πόλεμο. Οι επικρίσεις για την σιωπή της και τις σχέσεις της με το καθεστώς συνεχίζουν να την ακολουθούν, ενώ η ίδια και η οικογένειά της παραμένουν απομονωμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο.