Ένταση σημειώθηκε έξω από το σπίτι του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνου Τασούλα, όταν μέλη της αντιεξουσιαστικής ομάδας “Ρουβίκωνας” πραγματοποίησαν αιφνιδιαστική παρέμβαση. Η ομάδα έφτασε στο σημείο και πέταξε τρικάκια με πολιτικά μηνύματα, ενώ παράλληλα φώναζε συνθήματα διαμαρτυρίας κατά της εκλογής του νέου Προέδρου.
Το περιστατικό διήρκεσε λίγα λεπτά, καθώς ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις έφτασαν άμεσα στο σημείο. Οι συγκεντρωμένοι αποχώρησαν χωρίς να σημειωθούν επεισόδια ή εντάσεις, ενώ οι αρχές παρακολουθούν στενά την υπόθεση.
Η συγκεκριμένη ενέργεια προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από τον πολιτικό κόσμο. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, καταδίκασε την πράξη, χαρακτηρίζοντάς την ως «τη χειρότερη εκδοχή του φασισμού». Σε δηλώσεις του ανέφερε: «Η επίθεση στο σπίτι του Κωνσταντίνου Τασούλα, την ημέρα της εκλογής του, με συνθήματα μίσους, δεν τρομοκρατεί κανέναν δημοκρατικό πολίτη. Ωστόσο, είναι επιτακτική ανάγκη να αναλογιστούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης πού οδηγεί η ρητορική της τοξικότητας και της συκοφαντίας».



Το ΠΑΣΟΚ εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία καταδικάζει το περιστατικό, τονίζοντας πως «η βία δεν έχει καμία θέση στη δημοκρατία». Στην τοποθέτησή του υπογραμμίζει: «Η δημοκρατία δεν εκβιάζεται. Καταδικάζουμε απερίφραστα την επίθεση στο σπίτι του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας». Παράλληλα, στράφηκε εναντίον της κυβέρνησης, καλώντας την να αποφύγει την εργαλειοποίηση του γεγονότος: «Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ας μην υποδαυλίζει την τοξικότητα και ας σταματήσει την προπαγανδιστική ρητορική».
Το συμβάν αναζωπύρωσε τη συζήτηση γύρω από τη δράση του “Ρουβίκωνα” και τις τακτικές του, με αρκετούς να ζητούν αυστηρότερη αντιμετώπιση τέτοιων ενεργειών. Παράλληλα, η αντιπολίτευση επισημαίνει την ανάγκη για ουσιαστική αντιμετώπιση των κοινωνικών ζητημάτων που τροφοδοτούν τέτοιες κινητοποιήσεις.
Οι αρχές συνεχίζουν να διερευνούν το περιστατικό, εξετάζοντας το υλικό από κάμερες ασφαλείας, ενώ παραμένει άγνωστο αν θα υπάρξουν περαιτέρω ενέργειες κατά των εμπλεκομένων. Το γεγονός, πάντως, έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά παρόμοιων παρεμβάσεων, προκαλώντας έντονο δημόσιο διάλογο σχετικά με τα όρια της πολιτικής διαμαρτυρίας και την ασφάλεια των δημοσίων προσώπων.