Στην επιστημονική ημερίδα του ΑΠΘ για τη σεισμο-ηφαιστειακή δραστηριότητα της Σαντορίνης, ο καθηγητής Κώστας Παπαζάχος υπογράμμισε την ανάγκη να αναγνωρίσουμε ότι η ηφαιστειακή έκρηξη, κάποτε, είναι αναπόφευκτη. Όπως εξήγησε, οι μεγάλες εκρήξεις είναι εξαιρετικά σπάνιες (κάθε 20.000 χρόνια), αλλά και καταστροφικές σε τεράστια κλίμακα. Αντίθετα, το πιθανότερο ενδεχόμενο για το άμεσο μέλλον είναι μικρότερες εκρήξεις, τύπου Καμένης, ενώ ένα πιο δυσμενές αλλά ρεαλιστικό σενάριο αφορά ενδιάμεσης έντασης υποπλινιακές εκρήξεις, που μπορούν να διαταράξουν την καθημερινή ζωή στη Σαντορίνη, αλλά θεωρούνται διαχειρίσιμες.
Ο κ. Παπαζάχος επισήμανε ότι η κοινωνία παραμένει αδιάφορη, παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα είχαμε τρεις ηφαιστειακές εκρήξεις τον 20ό αιώνα. Σύμφωνα με τα ιστορικά δεδομένα, όσο μεγαλύτερη η έκρηξη, τόσο μεγαλύτερο και το διάστημα που μεσολαβεί. Αν μια έκρηξη ξεκινήσει σήμερα, θα μπορούσε να διαρκέσει για χρόνια – όπως είπε χαρακτηριστικά, «δεν θα ξεκινήσει Δευτέρα και θα τελειώσει Παρασκευή, αλλά θα κρατήσει 3,5 με 4 χρόνια».
Ο ίδιος τόνισε τη σημασία της συνεχούς επιστημονικής παρακολούθησης, καθώς η ιστορική μελέτη του ηφαιστείου δείχνει ότι οι αλλοιώσεις των λιθοσφαιρικών πλακών πριν από τις μεγάλες εκρήξεις γίνονται σχετικά γρήγορα – μέσα σε 50-100 χρόνια – ενώ η έκρηξη μπορεί να συμβεί σε μόλις 24 ώρες.
Από την πλευρά του, ο διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Βασίλης Καραστάθης χαρακτήρισε τη σεισμική έξαρση 2024-2025 στην περιοχή Σαντορίνης-Αμοργού ως ιδιαίτερα σπάνια. Μέσα σε λίγες ημέρες τον Φεβρουάριο 2025 καταγράφηκαν περισσότεροι σεισμοί από όσους σε ολόκληρο το έτος, με 213 δονήσεις άνω των 4 Ρίχτερ. Η ακραία συχνότητα των σεισμών ξεπέρασε ακόμα και τις δυνατότητες των αυτόματων συστημάτων, ενώ χρειάστηκε ανθρώπινη ανάλυση για εκατοντάδες μικρότερες δονήσεις.
Ο κ. Καραστάθης εξήρε τη συνεργασία μεταξύ επιστημονικών και κρατικών φορέων και παρουσίασε τις προσπάθειες ενίσχυσης των σεισμολογικών σταθμών παρακολούθησης, με εγκαταστάσεις σε Σαντορίνη, Αμοργό, Ανάφη και αλλού.
Σε σχέση με τις εδαφικές μετακινήσεις, ο καθηγητής Γεωδαισίας Χρήστος Πικριδάς αναφέρθηκε στη συνεχή γεωδαιτική παρακολούθηση από το 2011 μέχρι σήμερα και επεσήμανε ότι δεν έχει εφαρμοστεί ακόμη το επιχειρησιακό σχέδιο «ΤΑΛΩΣ», το οποίο παραμένει θεωρητικό. Ανέδειξε την ανάγκη σύστασης Εθνικού Ηφαιστειακού Παρατηρητηρίου για την έγκαιρη πρόγνωση ηφαιστειακών εξάρσεων και τη σωστή ενημέρωση των κατοίκων και των αρχών.
Ο καθηγητής Στέλιος Μπίθαρης ανέφερε ότι η πρόσφατη κρίση συνοδεύτηκε από σημαντικές εδαφικές παραμορφώσεις, όπως καθιζήσεις και οριζόντιες μετατοπίσεις έως και 7,5 εκατοστά σε λίγες μέρες. Παρόμοιες μετακινήσεις είχαν εντοπιστεί και το 2011.
Τέλος, ο καθηγητής Μιχάλης Φουμέλης παρουσίασε τη χρήση δορυφορικών τεχνικών (InSAR), που επιτρέπουν την ανίχνευση παραμορφώσεων του εδάφους πριν από τη σεισμική έξαρση – ωστόσο επισήμανε πως η ερμηνεία αυτών των δεδομένων σε πραγματικό χρόνο παραμένει δύσκολη.
Το μήνυμα όλων των επιστημόνων ήταν κοινό: η παρακολούθηση του ηφαιστείου είναι κρίσιμη, η πρόβλεψη δύσκολη, και η κοινωνική προετοιμασία αναγκαία. Η έκρηξη ίσως αργήσει, αλλά κάποια στιγμή θα έρθει.