Η ουκρανική αμυντική βιομηχανία ολοένα και αυξάνεται, αλλά το ερώτημα είναι εάν μπορεί να βασιστεί η Ευρώπη πάνω στο οπλοστάσιο του Κιέβου.
Μεταξύ των ουκρανικών όπλων που έπεσαν σε ρωσικά χέρια μετά το 2022 ήταν το Kozak 2M1, ένα όχημα μεταφοράς προσωπικού με αυξημένη ανθεκτικότητα σε νάρκες. Το συγκεκριμένο μοντέλο, σύμβολο της ουκρανικής αμυντικής τεχνολογίας, παρουσιάστηκε ως πιθανό άνοιγμα της Ουκρανίας προς τις ευρωπαϊκές αγορές.
Η διευθύντρια της κατασκευάστριας εταιρείας Practika, Γιούλια Βισότσκα, σε συνέντευξή της στο Foreign Policy, δήλωσε ότι η Ουκρανία μπορεί να προσαρμοστεί άμεσα στις ανάγκες του σύγχρονου πολέμου. «Είμαστε σε άμεση επαφή με το μέτωπο και γνωρίζουμε τι χρειάζεται. Τα όπλα που παράγουμε ανταποκρίνονται σε αυτό που θα είναι ο πόλεμος του αύριο», είπε χαρακτηριστικά. Η Practika είναι μία από τις περίπου 400 ιδιωτικές αμυντικές επιχειρήσεις της χώρας.
Η Δανία και άλλες χώρες έχουν ήδη ξεκινήσει να αγοράζουν απευθείας από την Ουκρανία εξοπλισμό όπως οβίδες, πυραύλους και UAVs. Ο Φαμπρίς Ποτιέ της Rasmussen Global σημείωσε ότι πρόκειται για ένα «win-win» σενάριο: υποστήριξη στην Ουκρανία και ταυτόχρονη ενίσχυση της ευρωπαϊκής παραγωγικής ικανότητας.
Οι αριθμοί είναι εντυπωσιακοί: από το 2014 ως το 2021, οι ουκρανικές στρατιωτικές προμήθειες αυξήθηκαν 13 φορές, ενώ μετά τη ρωσική εισβολή το 2022 οι κρατικές δαπάνες εκτινάχθηκαν στα 31 δισ. δολάρια. Το 2025, ο Ουκρανός Υπουργός Άμυνας προβλέπει ότι η αμυντική βιομηχανία της χώρας θα μπορούσε να φτάσει τα 34 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με αναλυτές, η Ουκρανία προσφέρει έναν πιο ευέλικτο και γρήγορο μηχανισμό παραγωγής, με τον ιδιωτικό τομέα να υπερτερεί σε ταχύτητα και προσαρμοστικότητα σε σχέση με τα δυτικά μοντέλα, που συχνά μπλοκάρονται από γραφειοκρατία.
Παρά την αισιοδοξία, η πραγματικότητα θέτει κάποια σοβαρά ερωτήματα. Η σημερινή παραγωγική ικανότητα της ουκρανικής αμυντικής βιομηχανίας φτάνει τα 18 δισ. δολ. ετησίως, ενώ της Ε.Ε. τα 160 δισ., με αυξητική τάση. Η διαφορά παραμένει σημαντική.
Επιπλέον, η αξιολόγηση των ουκρανικών όπλων γίνεται ως επί το πλείστον απέναντι σε παλαιότερα ρωσικά συστήματα, καθώς η Μόσχα διατηρεί τα πιο σύγχρονα σε εφεδρεία ή σε άλλες ζώνες.
Ένα ακόμα κρίσιμο ζήτημα είναι η γεωγραφική εγγύτητα της παραγωγής στον πόλεμο. Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις της Ουκρανίας βρίσκονται κοντά στη γραμμή του μετώπου, γεγονός που δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους για τη βιωσιμότητα της παραγωγής σε περίοδο εντάσεων ή νέων επιθέσεων.