Ο John M. Martinis είναι ένας από τους τρεις επιστήμονες που τιμήθηκαν με το Νόμπελ Φυσικής, για την ανακάλυψη της μακροσκοπικής κβαντομηχανικής σήραγγας και την κβάντωση της ενέργειας σε ηλεκτρικό κύκλωμα.
Ο Martinis, Ελληνοαμερικανός φυσικός με διεθνή αναγνώριση, θεωρείται από τους πρωτοπόρους στην έρευνα των κβαντικών υπολογιστών. Μοιράστηκε τη σημαντική αυτή διάκριση με τους John Clarke και Michel H. Devoret.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, ο Martinis συνεργάζεται με την καθηγήτρια Μισέλ Σίμονς, με στόχο την ανάπτυξη του πρώτου εμπορικού κβαντικού υπολογιστή — ενός έργου υψηλής τεχνολογικής και επιστημονικής πολυπλοκότητας.
Μεγαλωμένος στις Ηνωμένες Πολιτείες, σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, στο Μπέρκλεϊ, όπου απέκτησε και το διδακτορικό του. Η διατριβή του, με τίτλο «Μακροσκοπική κβαντομηχανική σήραγγα και κβαντισμός ενεργειακών επιπέδων σε κατάσταση μηδενικής τάσης της ιοντικά φορτισμένης επαφής Josephson», εκπονήθηκε υπό την επίβλεψη του καθηγητή Τζον Κλαρκ.

Η Google και η πορεία του Martinis στην κβαντική μηχανική
Από νωρίς έδειξε έντονο ενδιαφέρον για την κβαντική μηχανική σε μακροσκοπικά συστήματα. Το 2014, η Google Quantum AI Lab ανακοίνωσε τη συνεργασία της με τον Martinis και την ερευνητική του ομάδα σε μια συμφωνία αξίας πολλών εκατομμυρίων δολαρίων, με στόχο τη δημιουργία ενός λειτουργικού κβαντικού υπολογιστή βασισμένου στα υπεραγώγιμα qubits.
Το 2019, υπό την καθοδήγησή του, η ομάδα της Google πέτυχε μια ιστορική στιγμή για την επιστήμη: κατασκεύασε έναν κβαντικό υπολογιστή που ολοκλήρωσε έναν εξαιρετικά πολύπλοκο υπολογισμό σε μόλις τρία λεπτά και 20 δευτερόλεπτα — επίδοση που ένας κλασικός υπερυπολογιστής θα χρειαζόταν χιλιάδες χρόνια να επιτύχει. Το αποτέλεσμα αυτό χαρακτηρίστηκε από την Google ως επίτευγμα «κβαντικού πλεονεκτήματος».
Το 2020, μετά την αποχώρησή του από την Google, ο Martinis αποδέχθηκε την πρόταση της αυστραλιανής νεοφυούς εταιρείας Silicon Quantum Computing (SQC), που ίδρυσε η καθηγήτρια Michelle Simmons του Πανεπιστημίου της Νότιας Ουαλίας. Εκεί συνέχισε το όραμά του για τη δημιουργία ενός πρακτικού, εμπορικά διαθέσιμου κβαντικού υπολογιστή.
Σε δηλώσεις του ανέφερε ότι επέλεξε τη συνεργασία με την SQC επειδή τον εντυπωσίασε «η μοναδική τεχνική κατασκευής σε ατομικό επίπεδο» που εφαρμόζει η ομάδα της Simmons — μια μέθοδος, όπως είπε, «που δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο».

Διεθνής αναγνώριση και βραβεία
Η συνεισφορά του Martinis στη φυσική έχει αναγνωριστεί ευρέως. Το 2014 τιμήθηκε με το Βραβείο Fritz London για τη συνεισφορά του στη Φυσική «Χαμηλής θερμοκρασίας», ενώ το 2021 έλαβε το Βραβείο John Stewart Bell για τις επιδόσεις του στον τομέα της κβαντικής πληροφορίας.
Η μεγαλύτερη διάκριση της καριέρας του ήρθε το 2025, όταν βραβεύτηκε με το Νόμπελ Φυσικής για την ανακάλυψή του, η οποία θεωρείται θεμελιώδους σημασίας για την κατανόηση και την εφαρμογή των αρχών της κβαντικής μηχανικής στα σύγχρονα τεχνολογικά συστήματα.
