Ο Σύλλογος Ατόμων με Νόσο του Crohn και Ελκώδη Κολίτιδα Ελλάδας εκφράζει την έντονη απογοήτευσή του και ανησυχία του για τη συνεχιζόμενη αδυναμία επίλυσης του ζητήματος της αποζημίωσης της εξέτασης καλπροτεκτίνης από την Πολιτεία.
Με κατεπείγουσα ανακοίνωσή του, ο Σύλλογος επισημαίνει ότι παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες που έχουν καταβληθεί από το 2019, δεν έχει σημειωθεί καμία ουσιαστική πρόοδος. Ως αποτέλεσμα, οι ασθενείς καλούνται να επωμιστούν ολόκληρο το κόστος μιας εξέτασης που είναι κρίσιμη για την παρακολούθηση της υγείας τους.
Η καλπροτεκτίνη αποτελεί ένα σύγχρονο, μη επεμβατικό διαγνωστικό εργαλείο, που συμβάλλει στην παρακολούθηση των Ιδιοπαθών Φλεγμονωδών Νόσων του Εντέρου (ΙΦΝΕ). Αντικαθιστά τις συχνές και δαπανηρές επεμβατικές ενδοσκοπήσεις, προσφέροντας στους ασθενείς και τους θεράποντες ιατρούς έναν αξιόπιστο και ασφαλή τρόπο αξιολόγησης της πορείας της νόσου. Παρά τα πλεονεκτήματα της εξέτασης, αυτή εξακολουθεί να μην αποζημιώνεται από το κράτος, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να καλούνται να πληρώσουν πάνω από 50 ευρώ ανά εξέταση, κάτι που επιβαρύνει σοβαρά τον οικογενειακό τους προϋπολογισμό.
Ο Σύλλογος υπενθυμίζει ότι από το 2019 έχει υποβάλει επανειλημμένα υπομνήματα προς το Υπουργείο Υγείας, τον ΕΟΠΥΥ και τις αρμόδιες επιτροπές, επισημαίνοντας τη σημασία της αποζημίωσης της εξέτασης καλπροτεκτίνης. Μάλιστα, το 2023 εκδόθηκε ΦΕΚ που κοστολογεί την εξέταση (ΦΕΚ 938/Β/23-02-2023), ωστόσο, παρά τις διαβεβαιώσεις για την προώθηση του ζητήματος, καμία πρακτική αλλαγή δεν έχει επέλθει. Η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων φορέων και οι συνεχείς αλλαγές στις επιτροπές αποφάσεων έχουν οδηγήσει σε αδικαιολόγητες καθυστερήσεις.
Ο Σύλλογος καλεί το Υπουργείο Υγείας να λάβει άμεσα μέτρα για την ένταξη της καλπροτεκτίνης στις αποζημιούμενες διαγνωστικές εξετάσεις. Η μη αποζημίωση της εξέτασης αποτελεί κατάφωρη αδικία προς τους ασθενείς με ΙΦΝΕ, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις μιας σοβαρής και χρόνιας νόσου. Ο Σύλλογος θα συνεχίσει να διεκδικεί τα δικαιώματα των ασθενών, τονίζοντας ότι η υγεία και η αξιοπρεπής διαβίωση είναι θεμελιώδη δικαιώματα και όχι πολυτέλεια.